Ο τραγουδοποιός, μουσικός, συγγραφέας και αγωνιστής της ειρήνης και μία από τις δημοφιλέστερες γαλλίδες τραγουδίστριες!
Τραγουδοποιός, μουσικός, συγγραφέας και αγωνιστής της ειρήνης, που έγινε παγκόσμια γνωστός ως μέλος των Beatles.
Ο Τζον Ουίνστον Λένον (John Lennon) γεννήθηκε στο Λίβερπουλ στις 9 Οκτωβρίου1940, κατά τη διάρκεια ενός βομβαρδισμού της πόλης από τη «Λουφτβάφε». Ο πατέρας του Άλφρεντ ήταν ναυτικός και η μητέρα του Τζούλια χορεύτρια σε τοπικά κλαμπ. Το όνομα Τζον του δόθηκε προς τιμήν του παππού του και το Ουίνστον προς τιμήν του βρετανού πρωθυπουργού Γουίνστον Τσόρτσιλ.
Μετά τον χωρισμό των γονιών του, ο νεαρός Τζον μεγάλωσε στο σπίτι της αυστηρής θείας του Μίμι και του άνδρα της Τζορτζ, που τον αγαπούσαν σαν δικό της παιδί. Μολονότι δεν ζούσε με τη μητέρα του, τη λάτρευε. Άλλωστε, ήταν εκείνη που του χάρισε την πρώτη του κιθάρα το 1957, ενθαρρύνοντάς τον να ασχοληθεί με τη μουσική. Ο θάνατός της σε τροχαίο το 1958 δεν ξεπεράστηκε ποτέ από τον Τζον και ήταν η αιτία που σφυρηλάτησε τη δυνατή του φιλία με έναν άλλο νεαρό, τον Πολ ΜακΚάρτνεϊ, που είχε χάσει τη μητέρα του από την επάρατο νόσο.
ένα είδος φολκ μουσικής με τζαζ και μπλουζ επιρροές.
Στις 6 Ιουλίου 1957 γνωρίζει τον Πολ ΜαΚάρτνεϊ, ο οποίος σύντομα γίνεται μέλος του συγκροτήματος, αφού ο πατέρας του διαθέτει το υπόγειο του σπιτιού για τις πρόβες των Quarrymen. Την εποχή αυτή ο Λένον γράφει και το πρώτο του τραγούδι «Hello Little Girl», που έγινε αργότερα επιτυχία με τους The Fourmost.
Στο συγκρότημα καταφθάνει με συστάσεις του ΜακΚάρτνεϊ ο νεαρός κιθαρίστας Τζορτζ Χάρισον, που δίνει έναν πιο ροκ χαρακτήρα. Οι Quarrymen μετονομάζονται σε «Johnny and the Moondogs», με τον Λένον να έχει τον πρώτο λόγο, αλλά να μην είναι ικανοποιημένος από τον ήχο τους. Το καλοκαίρι του 1958 ηχογραφούν ένα δίσκο 45 στροφών, που περιέχει δύο τραγούδια, τη σύνθεση των Λένον / ΜακΚάρντεϊ «In Spite of Αll the Danger» και τη διασκευή του κομματιού του Μπαντ Χόλι «That' ll Be the Day».
Στα μέσα του 1959, η μπάντα του Λένον αλλάζει το όνομά της σε Beatles και αρχίζει εμφανίσεις στο Αμβούργο και στο κλαμπ του Λίβερπουλ, Cavern. Ήταν εκεί που τους ανακάλυψε ο Μπράιαν Έπσταϊν, ο πρώτος τους μάνατζερ, και στις 5 Οκτωβρίου 1962 κυκλοφορούν το παρθενικό τους σινγκλ «Love me Do». Η επιτυχία είναι μεγάλη. Οι Beatles εκτοξεύονται στην κορυφή και εν μια νυκτί μετατρέπονται σε ζωντανό θρύλο. Στα τραγούδια τους συνδυάζουν τη ρεαλιστική προσέγγιση και την εσωτερικότητα του Λένον, με την αισιόδοξη ματιά και το μελωδικό χάρισμα του ΜακΚάρτνεϊ. Ο ένας συμπληρώνει τον άλλο και το αποτέλεσμα είναι μοναδικό. Οι Μπιτλς ανάγουν το τρίλεπτο ποπ τραγούδι σε μορφή τέχνης.
Μετά τον θάνατο του Επστάιν αρχίζουν να εμφανίζονται οι πρώτες σκιές στους Μπιτλς. Ο Μακάρτνεϊ επιζητεί να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο, κάτι που δεν αρέσει στον Λένον, η ερωμένη του οποίου Γιόκο Όνο, αναμιγνύεται όλο και πιο πολύ στις υποθέσεις τους, προκαλώντας την αγανάκτηση των υπολοίπων. Έτσι είναι αναπόφευκτη η διάλυση του συγκροτήματος το 1970.
Από την εποχή των Μπιτλς, ο Τζον Λένον είχε ξεκινήσει την προσωπική του μουσική διαδρομή. Με τη συμμετοχή της Γιόκο Όνο ηχογράφησε τρεις δίσκους με πειραματική μουσική κι ένα live στο Τορόντο με τη νεοσύστατη μπάντα των Plastic Ono Band. Μετά τη διάλυση των Beatles και μέχρι τη δολοφονία του το 1981 κυκλοφόρησε μια σειρά άλμπουμ, που δεν έφθαναν στο δημιουργικό ύψος της μουσικής των «Σκαθαριών», αλλά παρουσίαζαν μεγάλο ενδιαφέρον και είχαν απήχηση στο μουσικόφιλο κοινό. Κορυφαία στιγμή υπήρξε αναμφισβήτητα το άλμπουμ Imagine (1971) και το ομώνυμο τραγούδι, που έγινε ο ύμνος του αντιπολεμικού κινήματος.
Στις 31 Αυγούστου 1971 ο Λένον μετακομίζει στη Νέα Υόρκη και δεν θα επιστρέψει ποτέ στην Αγγλία. Σύντομα θα αντιμετωπίσει προβλήματα με το αμερικανικό κράτος, καθώς ο πρόεδρος Νίξον ψάχνει τρόπο να τον απελάσει. Δεν του συγχωρεί ότι είναι ένα από τα ηγετικά στελέχη του αντιπολεμικού κινήματος, που μάχεται τη συμμετοχή των Αμερικανών στο Βιετνάμ. Με ευφάνταστους τρόπους και εκμεταλλευόμενος τα ΜΜΕ (Bed-In), προσπαθεί να ευαισθητοποιήσει την παγκόσμια κοινή γνώμη στην υπόθεση της παγκόσμιας ειρήνης. Ο Λένον βρίσκεται στο στόχαστρο και των πανίσχυρων εκκλησιαστικών οργανώσεων, που δεν ξεχνούν τη δήλωση του 1966, ότι «οι Μπιτλς είναι ανώτεροι από τον Θεό».
Το 1973 χωρίζει από τη Γιόκο και τα φτιάχνει για δύο χρόνια με την κινέζα γραμματέα του Μέι Παγκ. Τον Νοέμβριο του 1974 θα εμφανιστεί για τελευταία φορά επί σκηνής, συμμετέχοντας σε μια συναυλία του Έλτον Τζον στη Νέα Υόρκη. Το 1975 επανασυνδέεται με τη Γιόκο Όνο και στις 20 Μαρτίου παντρεύονται στο Γιβραλτάρ. Στις 9 Οκτωβρίου θα γεννηθεί ο γιος τους Σον. Ο Τζον εγκαταλείπει τη μουσική για να αφιερωθεί στη φροντίδα του νεογέννητου παιδιού του. Πέντε χρόνια αργότερα θα επιστρέψει δυναμικά στη μουσική, με το διπλό άλμπουμ «Double Fantasy», που θα αποτελέσει το κύκνειο άσμα της σύντομης, αλλά σπουδαίας καριέρας του.
Στις 8 Δεκεμβρίου 1980 το νήμα της ζωής του κόπηκε από τις σφαίρες ενός θαυμαστή του, του Μαρκ Τσάπμαν, στον οποίον νωρίτερα είχε υπογράψει ένα αυτόγραφο πάνω στο νέο του άλμπουμ. Ο ίδιος, με το μακάβριο χιούμορ που τον διέκρινε, μας είχε προϊδεάσει για το τέλος του: «Να δείτε που θα πάω είτε από αεροπορικό ατύχημα, είτε από σφαίρα κάποιου τρελού θαυμαστή μου» είχε πει σε μια του συνέντευξη πριν από χρόνια.
Η Ιζαμπέλ Ζενεβιέβ Μαρί Αν Γκαλ γεννήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 1947 στο Παρίσι. Ήταν μοναχοκόρη του συνθέτη του στιχουργού Ρομπέρ Γκαλ, που έγραψε τραγούδια για την Εντίθ Πιάφ και τον Σαρλ Αζναβούρ, και της τραγουδίστριας Σεσίλ Μπερτιέ. Η οικογένεια Γκαλ είχε ακόμη δύο αγόρια.
Με την ενθάρρυνση του πατέρα της ξεκίνησε να τραγουδά από πολύ μικρή και στα δεκάξι της είχε την πρώτη επιτυχία της, με το τραγούδι «Ne sois pas si bête» («Μην είσαι τόσο ηλίθιος»), που πούλησε 200.000 αντίτυπα, Ακολούθησε η συνεργασία της με τον Σερζ Γκενζμπούρ, με τραγούδια όπως τα «N' écoute pas les idoles» («Μην ακούς τα είδωλα») και «Les Sucettes» («Τα γλειφιτζούρια»).
Το 1965 εκπροσώπησε το Λουξεμβούργο στον 10ο διαγωνισμό τραγουδιού της Γιουροβίζιον στη Νάπολι της Ιταλίας με τη σύνθεση του Σερζ Γκενζμπούρ «Poupée de cire, poupée de son» («Κούκλα από κερί, Κούκλα από κουρέλια»). Το τραγούδι απέσπασε το πρώτο βραβείο κι έκανε την Φρανς Γκαλ γνωστή κι εκτός των γαλλικών συνόρων.
H Γκαλ διαγνώστηκε με καρκίνο του μαστού αμέσως μετά τον θάνατο του συζύγου της το 1992 από έμφραγμα. Αποσύρθηκε από το προσκήνιο μετά τον θάνατο της κόρης της Πολίν το 1997 από κυστική ίνωση, αλλά το 2015 επανεμφανίστηκε υπογράφοντας το λιμπρέτο της μουσικής κωμωδίας «Résiste» («Αντιστάσου»), σε μουσική του εκλιπόντος συζύγου της. Με τον Μπερζέ απέκτησε κι ένα γιο, τον Ραφαέλ, ο οποίος επίσης ασχολείται επαγγελματικά με τη μουσική.
Η Φρανς Γκαλ πέθανε σε νοσοκομείο του Παρισιού στις 7 Ιανουαρίου 2018, χτυπημένη από την επάρατο νόσο.