Με την κόκκινη μύτη τους και το παχύ στρώμα μακιγιάζ στο πρόσωπο, οι κλόουν μαγεύουν αλλά και τρομάζουν, ταυτόχρονα.
Ο τζόκερ στην ταινία Batman, ο Twisty στη σειρά American Horror Story ή ακόμη ο Grippe-Sou, στη νέα ταινία από το βιβλίο Ça του Stephen King.
Οι μακιαβελικοί κλόουν είναι ιδιαίτερα παρόντες στην λαϊκή κουλτούρα. Μάλιστα, η World Clown Association, η οποία εκπροσωπεί τους επαγγελματίες κλόουν όλου του κόσμου, κατηγόρησαν σε
ανακοίνωσή τους συγγραφείς και σκηνοθέτες ότι παραμόρφωσαν την εικόνα ενός προσώπου που είναι από τη φύση του «κωμικό και αβλαβές».
Ωστόσο, πολλοί άνθρωποι πετρώνουν, τρελαίνονται, πανικοβάλλονται στη θέα τους. Υποφέρουν από κουλροφοβία: είναι ένας σχετικά σύγχρονος όρος που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά τη δεκαετία του ’90 και αναφέρεται στη φοβία που έχει ένα άτομο για τους κλόουν. Οσοι τούς φοβούνται ονομάζονται κουλροφοβικοί.
Πρόκειται για ένα αληθινό φαινόμενο παρότι η συχνότητά του δεν έχει γίνει θέμα μελετών. «Πρόκειται για ένα ένστικτο επιβίωσης», αναφέρουν οι ειδικοί. Οι ψυχίατροι αναφέρουν ότι τρεις είναι οι λόγοι που εξηγούν την κουλροφοβία και ο πιο συχνός είναι βιολογικής προέλευσης. «Οταν ο άνθρωπος δεν μπορεί να αποκωδικοποιήσει το πρόσωπο ενός ατόμου, τότε το θεωρεί απειλητικό» εξηγεί στην Libération ο καθηγητής Antoine Pelissolo, επικεφαλής της ψυχιατρικής κλινικής του νοσοκομείου Henri-Mondor de Créteil της Γαλλίας.
Ορισμένοι αναπτύσσουν κουλροφοβία εξαιτίας προηγούμενης τραυματικής εμπειρίας. «Ενα γεγονός μπορεί να σημαδέψει την μνήμη, ακόμη και με ασυνείδητο τρόπο», αναφέρει ο ψυχίατρος και δίνει το παράδειγμα ενός ατόμου ντυμένου σε καρναβάλι που μπορεί να προκαλέσει τρόμο. Αλλος παράγοντας είναι οι διηγήσεις τρίτων ή μια ταινία.
Τα τελευταία χρόνια, στα τέσσερα σημεία του πλανήτη, ορισμένοι για να διασκεδάσουν χρησιμοποίησαν αυτόν τον τρόμο και ντύθηκαν κλόουν με στόχο να τρομοκρατήσουν περαστικούς. Αυτό συνέβη στις ΗΠΑ, το καλοκαίρι του 2015 όταν «creepy clowns» πανικόβαλαν γειτονιές, ενώ το ίδιο συνέβη στη Γαλλία το 2014.
Ο φόβος των κλόουν έρχεται κυρίως στην εφηβεία και μπορεί να παραμείνει ακόμη και στην ενήλικη ζωή. Οι ειδικοί διαπίστωσαν ότι οι κουρλοφοβικοί μιλούσαν πιο εύκολα για τον φόβο τους από άλλους πάσχοντες από φοβίες.
Οι ψυχίατροι εκτιμούν ότι όσοι υποφέρουν από τον συγκεκριμένο φόβο δεν πρέπει να νιώθουν ένοχοι αλλά να μιλούν ελεύθερα γι'αυτόν. Η θεραπεία περνάει αναπόφευκτα μέσα από εικόνες κλόουν αλλά στο τέλος «οι πάσχοντες θα καταλάβουν ότι περισσότερο φοβόντουσαν ότι θα φοβηθούν παρά ο,τιδήποτε άλλο».