Η Εμανουέλ Μπερκό, βραβευμένη για την ερμηνεία της στις Κάννες, απεικονίζεται μαζί με τον Βενσάν Κασέλ. Η ταινία τους θα προβάλλεται από τις 21/4.
«Ο βασιλιάς μου», ο τίτλος που διάλεξε η Μαϊουέν Λε Μπεσκό για την ταινία της, θα ταίριαζε πιο πολύ σε ζαχαρένιες ιστορίες και παραμυθένιους έρωτες παρά σε αυτό το γαλλικό... έπος για την παρατεταμένη κρίση μιας (μετα)μοντέρνας σχέσης πάθους, της οποίας τα «συμβαλλόμενα» μέρη συνεχίζουν να ταλαιπωρούνται επί σειρά ετών και μετά το διαζύγιό τους. Ενας ιδιότυπος μαζοχισμός εμποτίζει τις εικόνες, καθώς ο άντρας χειραγωγεί τη γυναίκα.
Στην πρώτη σκηνή, η Τονί βαριανασαίνει προτού γλιστρήσει με ανεξέλεγκτη ταχύτητα στην πίστα ενός χιονοδρομικού κέντρου. Στη δεύτερη, με πατερίτσες, καλοκαίρι σε ένα κέντρο αποκατάστασης θλάσεων και καταγμάτων, αρχίζει να βυθίζεται νοερά ανάμεσα στα θραύσματα της 10χρονης ζωής της με τον Ζορζό, τον πατέρα του παιδιού της. Η Μαϊουέν προτίμησε τον ρεαλισμό αντί του ψυχοδράματος, γι’ αυτό και η φυσικοθεραπεία υπερίσχυσε της ψυχανάλυσης.
Ενας γυμνός Δον Ζουάν
Ο «βασιλιάς» είναι γυμνός και παρ’ ολίγον αστείος σε αυτό το φιλμ, στο οποίο η Τονί (που θα μπορούσαμε να την εκλάβουμε και ως alter ego της Μαϊουέν) αποδομεί τον πρίγκιπά της: έναν σύγχρονο Δον Ζουάν, επικίνδυνο, λόγω αρρενωπότητας, και επιπόλαιο μέχρι θανάτου. Η Μαϊουέν επέλεξε σωστά τους πρωταγωνιστές της: η Εμανουέλ Μπερκό είναι γήινη, αληθινή, όπως μια γυναίκα της διπλανής πόρτας, ενώ ο Βενσάν Κασέλ μακριά από στερεότυπα της μετροσέξουαλ γοητείας.
Η Τονί, δικηγόρος, που συγκινεί το ακροατήριό της όταν αγορεύει, μόλις βγήκε από ένα διαλυμένο γάμο και έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση εξαιτίας της άποψης του πρώην της για τα κρυφά χαρίσματά της. Μια νύχτα σε ένα κλαμπ ξανασυναντάει τον Ζορζό, ο οποίος δεν τη θυμάται, το πρωί καταλήγουν στο διαμέρισμά του. Ο Ζορζό είναι το αντίθετο του πρώην συζύγου της Τονί, ξέρει πώς να κολακέψει μια γυναίκα και να την κάνει να αισθανθεί σαν βασίλισσα.
Το ζευγάρι θα παντρευτεί μετά την επιμονή του άντρα να γίνει πατέρας. Σύννεφα, όμως, θα σκεπάσουν τον αντισυμβατικό γάμο τους πριν ακόμη γεννηθεί το παιδί. Ο Ζορζό νοικιάζει γκαρσονιέρα, γιατί του λείπει οξυγόνο (το περίεργο είναι ότι η Τονί τον πιστεύει), αρχίζοντας να διεκδικεί πόντο πόντο τη χαμένη ελευθερία του. Το ζευγάρι θα χωρίσει έπειτα από απαίτηση της συζύγου, που βιώνει καταστροφικά το πάθος της εντός του γάμου και έχει πέσει σε κατάθλιψη. Θα συνεχίσουν, πάντως, να έχουν ερωτική επαφή και μετά το διαζύγιο, έως την ημέρα που η Τονί θα επιχειρήσει το μεγάλο σλάλομ.
Ο «Βασιλιάς» είναι φλύαρος και ισοπεδωτικός με τους άντρες. Η Μαϊουέν έχει τις εμμονές της, είναι όμως προικισμένη σκηνοθέτις – το απέδειξε και πριν από μερικά χρόνια στο «Polisse». Ο «Βασιλιάς» της, όταν αφουγκράζεται τη γυναικεία ανάσα, διακρίνεται για την αφοπλιστική αμεσότητα ενός μοντέρνου, ρεαλιστικού σινεμά που αποφεύγει τις βουτιές στα βαθιά της ψυχολογίας.
Εν ολίγοις, έρωτας, γάμος και πάλι έρωτας, μέχρι την πτώση που θα βάλει τα πράγματα στη σωστή τους θέση. Από τη σκοπιά του άντρα, η ταινία γέρνει προς την κωμωδία. Το αντίθετο συμβαίνει εάν τη δεις από την απέναντι όχθη.
Το βαρομετρο της εβδομαδας
Το «Φωτιά στη θάλασσα» (φωτ.) του Τζιανφράνκο Ρόζι βραβεύτηκε προσφάτως στο Φεστιβάλ του Βερολίνου με τη Χρυσή Αρκτο. Πρόκειται για υποδειγματικό ντοκιμαντέρ (ξεχάστε τα τηλεοπτικά ρεπορτάζ που γράφουν ντοκιμαντέρ στην ούγια) για τη ζωή στο νησί Λαμπεντούζα. Για τη ζωή με τον γνώριμο ρυθμό της, όταν ο κινηματογραφικός φακός κοιτάζει από απόσταση τους ντόπιους, αλλά και για τη ζωή που σκοντάφτει σε σύνορα, όταν το βλέμμα του Ρόζι παίρνει φωτιά από το μεταναστευτικό ζήτημα. Ενας κόσμος χωριστά, στριμωγμένος σε έναν βράχο καταμεσής της Μεσογείου. «Αρχικά σκέφτηκα να γυρίσω μια μικρού μήκους ταινία. Οταν πήγα όμως στο νησί, και ανακάλυψα ότι η αλήθεια είναι μακριά από αυτό που αναπαράγουν τα ΜΜΕ και οι πολιτικοί, συνειδητοποίησα ότι θα ήταν αδύνατον να συμπτύξω ένα σύμπαν τόσο σύνθετο, όσο αυτό της Λαμπεντούζα, σε λίγα μόνον λεπτά», λέει χαρακτηριστικά ο Ρόζι.
Ο «Ματωμένος γάμος» της Πάουλα Ορτίθ δεν είναι αυτό που θα περιμέναμε από μια ταινία βασισμένη στο εμβληματικό θεατρικό έργο. Το στυλ μετέτρεψε τις εικόνες σε καρτ ποστάλ και έσπρωξε στο περιθώριο το πάθος και τη δυναμική που έχει ο λυρισμός του Λόρκα. Ο σημερινός «Ματωμένος γάμος» απέχει παρασάγγας από αυτόν του Κάρλος Σάουρα (που είχε τον δαιμονισμένο ρυθμό του φλαμένκο και «πατούσε» στις χορογραφίες του Αντόνιο Γκάδες). Το σκηνικό θυμίζει σπαγγέτι γουέστερν. Στα υπέρ είναι ο υποτιτλισμός, στηριγμένος στην απόδοση του έργου του Λόρκα από τον Νίκο Γκάτσο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου