Η οικονομική κρίση φαίνεται να καλλιεργεί το έδαφος για εντάσεις που πολλές φορές καταλήγουν στην εκδήλωση βίας διαφόρων μορφών.
Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε η ActionAid έπειτα από έρευνα που διεξήγαγε με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών που είναι την Κυριακή 25 Νοεμβρίου.
Όπως αναφέρεται, η έρευνα που διεξήχθη μεταξύ Ιανουαρίου - Σεπτεμβρίου 2018 και βασίστηκε στα πορίσματα συνεντεύξεων με επαγγελματίες που διαχειρίζονται περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας στην Αθήνα και στον Πειραιά εντόπισε πως παρά τα θετικά βήματα που έχουν γίνει, η εφαρμογή του σχετικού νομικού πλαισίου παρουσιάζει προβλήματα.
Σημαντικές είναι οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης όχι μόνο σε σχέση με τις αλλαγές που έχει επιφέρει στο οικογενειακό περιβάλλον, αλλά και στην ανεπάρκεια των μέσων που διατίθενται από το δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα για να αντιμετωπιστεί ο αυξανόμενος αριθμός των περιστατικών βίας.
Συγκεκριμένα, όπως προέκυψε από τις συνεντεύξεις η οικονομική κρίση φαίνεται να καλλιεργεί το έδαφος για εντάσεις που πολλές φορές καταλήγουν στην εκδήλωση βίας διαφόρων μορφών. Παράλληλα, όλο και περισσότερες γυναίκες απευθύνονται σε συμβουλευτικά κέντρα για να καταγγείλουν τη βία που ασκείται εναντίον τους, συνήθως από τους συντρόφους τους, και εναντίον των παιδιών τους.
Η υπεύθυνη έρευνας και συνηγορίας της ActionAid, Μαρία Μουρτζάκη, επισημαίνει ότι «με τα περιστατικά βίας να αυξάνονται διαρκώς τόσο στην οικογένεια όσο και ευρύτερα στην κοινωνία, είναι απαραίτητο να δημιουργηθούν περισσότεροι ξενώνες για τα θύματα και να στελεχωθούν καλύτερα οι ήδη υπάρχοντες».
Και προσθέτει: «Όλοι οι αρμόδιοι φορείς χρειάζεται να συνεργαστούν για την αποτελεσματικότερη καταγραφή των περιστατικών αυτών, για την εκπαίδευση, ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των
επαγγελματιών, αλλά και του κοινού μέσα από κατάλληλες δράσεις. Να αναφέρουμε ότι η έρευνα έγινε στο χρονικό διάστημα από τον Ιούλιο μέχρι τον Οκτώβριο 2018 και τα στοιχεία και συμπεράσματα που έχουν προκύψει προέρχονται από συνεντεύξεις από εξειδικευμένους φορείς δημοσίου και ιδιωτικού τομέα με γυναίκες θύματα βίας αλλά κι επαγγελματίες που παρέχουν τις σχετικές υπηρεσίες ή έγιναν αποδέκτες καταγγελιών και μετέφεραν αυτές τις γνώσεις και τα στοιχεία που διαθέτουν».
επαγγελματιών, αλλά και του κοινού μέσα από κατάλληλες δράσεις. Να αναφέρουμε ότι η έρευνα έγινε στο χρονικό διάστημα από τον Ιούλιο μέχρι τον Οκτώβριο 2018 και τα στοιχεία και συμπεράσματα που έχουν προκύψει προέρχονται από συνεντεύξεις από εξειδικευμένους φορείς δημοσίου και ιδιωτικού τομέα με γυναίκες θύματα βίας αλλά κι επαγγελματίες που παρέχουν τις σχετικές υπηρεσίες ή έγιναν αποδέκτες καταγγελιών και μετέφεραν αυτές τις γνώσεις και τα στοιχεία που διαθέτουν».
Οι...τάσεις στη βία
Σύμφωνα με την έρευνα της Action Aid πολλά, αν όχι τα περισσότερα, περιστατικά βίας δεν έρχονται ποτέ στο φως, αφού δεν καταγγέλλονται στις αρχές, αλλά ούτε αναφέρονται στις αρμόδιες οργανώσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι αν και ένας στους τέσσερις κατοίκους στην Ελλάδα γνωρίζουν ένα θύμα ενδοοικογενειακής βίας στη γειτονιά τους, πάνω από οχτώ στους δέκα δεν θεωρούν την ενδοοικογενειακή βία συνηθισμένο πρόβλημα.
Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες στατιστικές της ΕΕ, μία στις τέσσερις Ελληνίδες άνω των 15 έχει βιώσει σωματική ή σεξουαλική βία τουλάχιστον μια φορά στη ζωή της. Είναι ενδεικτικό ότι σύμφωνα με μελέτες το 21,3% των Ελληνίδων βιώνουν περιστατικά σωματικής ή σεξουαλικής βίας αλλά δεν το αναφέρουν, ποσοστό που είναι κατά 10 μονάδες πάνω από το μέσο όρο της ΕΕ (Ινστιτούτο Ισότητας της ΕΕ, 2017).
Τα χαμηλά ποσοστά καταγγελιών των περιστατικών βίας λειτουργούν ιδιαίτερα επιβαρυντικά σε ένα τόσο μείζον κοινωνικό ζήτημα, αφενός γιατί η συνεχόμενη έκθεση σε βία αφορά παραβίαση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και αφετέρου γιατί δεν μπορεί να υπάρξει ούτε απονομή δικαιοσύνης ούτε κατάλληλη στήριξη των θυμάτων.
Αναφορικά με τη βία μεταξύ συντρόφων και τα θύματα βίας που κάλεσαν τη γραμμή SOS της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων (ΓΓΙΦ) την περίοδο Νοέμβρη 2016 με Νοέμβρη 2017, πρόκειται ως επί το πλείστον για Ελληνίδες θύματα (87%), που αντιπροσωπεύουν όλες ηλικιακές κατηγορίες, μορφωτικά επίπεδα, και εργασιακές καταστάσεις.
Αντίστοιχα, και οι δράστες προέρχονται από ποικίλα δημογραφικά και κοινωνικο-οικονομικά υπόβαθρα, όπως δείχνει αναλυτικά μια πρόσφατη μελέτη πεδίου για λογαριασμό της Γενική Γραμματεία Ισότητας Φύλων (ΓΓΙΦ, 2018). Ωστόσο, μια ανάλυση των στατιστικών ευρημάτων, αποκαλύπτει την ύπαρξη συγκεκριμένων τάσεων. Ηλικιακά, η πλειοψηφία των δραστών, κοντά δηλαδή στο 70%, είναι μεταξύ 35 και 54 ετών, ενώ ένα πολύ μικρό ποσοστό (4,48%) φαίνεται να είναι νεαρότερης ηλικίας.
Σχετικά με το μορφωτικό επίπεδο, παρατηρείται μια ελαφριά υπερεκπροσώπηση αντρών χαμηλότερου μορφωτικού επιπέδου ανάμεσα στους δράστες, σε σύγκριση με το γενικό πληθυσμό Ελλήνων αντρών. Χαρακτηριστικά, 33,3% των δραστών ενδοοικογενειακής βίας δεν έχουν ολοκληρώσει την δευτεροβάθμια υποχρεωτική εκπαίδευση. Για εκείνους που έχουν ολοκληρώσει υποχρεωτική δευτεροβάθμια αλλά όχι τριτοβάθμια εκπαίδευση, το ποσοστό των δραστών είναι 37,7, ενώ για εκείνους πιο έχουν ολοκληρώσει και την τριτοβάθμια εκπαίδευση, το ποσοστό είναι 29%.
Όπως επίσης τονίζεται στην μελέτη, η ανεργία των θυμάτων φαίνεται να είναι εκείνη που μετράει περισσότερο σε μια βίαια σχέση--ή μάλλον στη συνέχισή της. Ειδικότερα, το 37,7% των γυναικών-θυμάτων που έλαβαν μέρος στην έρευνα ήταν άνεργες, ποσοστό αντίστοιχο με εκείνο των γυναικών που κάλεσαν τη Γραμμή SOS της Γενικής Γραμματείας κατά την περίοδο 2016-2017 (28% ήταν άνεργες ή ανενεργές, σε σύγκριση με 22% που ήταν απασχολούμενες). Άρα συμπερασματικά φαίνεται ότι οι γυναίκες, λόγω της οικονομικής κρίσης, δεν έχασαν μόνο την οικονομική τους δύναμη, αλλά και τη δυνατότητα να μένουν μακριά από βίαιους συντρόφους.
Η υπεύθυνη έρευνας και συνηγορίας της ActionAid, Μαρία Μουρτζάκη καταλήγει ότι «εν κατακλείδι η εν λόγω μελέτη έδειξε ότι δεδομένης της σημασίας της οικονομικής ανεξαρτησίας των γυναικών για την έγκαιρη διαφυγή τους από βίαιους συντρόφους αλλά και για την προστασία των παιδιών τους, τα μέτρα για την ενίσχυση της συμμετοχής τους στην αγορά εργασίας, καθώς επίσης και της βελτίωσης των συνθηκών εργασίας τους, θα βοηθούσαν άμεσα και κατά πολύ στην ενδυνάμωσή τους. Παράλληλα, η διεύρυνση της δωρεάν πρόσβασης σε παιδικούς σταθμούς και νηπιαγωγεία θα εξυπηρετούσε ιδιαίτερα τις μητέρες που δυσκολεύονται να εργαστούν γιατί έχουν επωμιστεί εξ' ολοκλήρου το βάρος της φροντίδας των παιδιών».
Απογοητευτικά πάντως είναι και τα πρόσφατα στοιχεία του ΟΗΕ σχετικά με το θέμα της βίας κατά των γυναικών σε παγκόσμιο επίπεδο.
Σύμφωνα με τα νούμερα φαίνεται ότι μία στις τρεις γυναίκες ή κορίτσια βιώνουν σωματική ή σεξουαλική βία κατά τη διάρκεια της ζωής τους, συνήθως από κάποιον στενό συγγενή τους. Το 52% των γυναικών (μόνο) που έχουν παντρευτεί ή συζούν, αποφασίζουν ελεύθερα σχετικά με τις σεξουαλικές σχέσεις, τη χρήση αντισυλληπτικών και την υγειονομική περίθαλψη, ενώ 750.000.000 γυναίκες και κορίτσια σε όλο τον κόσμο παντρεύτηκαν πριν κλείσουν τα 18 τους χρόνια και 200.000.000 υπέστησαν ακρωτηριασμό των γυναικείων γεννητικών οργάνων.
Στο μεταξύ, μία στις δύο γυναίκες που σκοτώθηκαν σε όλο τον κόσμο έχασαν τη ζωή τους από τους συντρόφους ή την οικογένειά τους, ενώ μόνο ένας στους 20 άνδρες σκοτώθηκαν υπό παρόμοιες συνθήκες. Το 71 % όλων των θυμάτων εμπορίας ανθρώπων παγκοσμίως είναι γυναίκες ή κορίτσια και 3 στις 4 από αυτές είναι θύματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης. Μάλιστα, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση του ΟΗΕ η βία κατά των γυναικών είναι εξίσου σοβαρή αιτία θανάτου με αυτή του καρκίνου.