Του Thorsten Beck
Η ανοιχτή σύγκρουση μεταξύ της Ελλάδας και των 18 εταίρων της στην ευρωζώνη και η επικείμενη λήξη του προγράμματος βοήθειας την Τρίτη, είναι μια δραματική κλίμακα σε μια μακροχρόνια ιστορία. Τα τελευταία έξι χρόνια η ευρωζώνη έχει αλλάξει τον χαρακτήρα και την θεσμική δομή της, ενώ η Ελλάδα έχει περάσει μια τόσο βαθιά κοινωνικό-οικονομική και πολιτική κρίση.
Ενώ θεωρείται από ορισμένους παρατηρητές ως καταληκτικό σημείο μιας αποτυχημένης επίλυσης κρίσεων, θα υποστηρίξω ότι θα έπρεπε να αποτελέσει την έναρξη ενός νέου διαλόγου, οικοδομημένου στα δύσκολα μαθήματα των τελευταίων ετών και χρησιμοποιώντας τους νέους θεσμούς και τις δυνατότητες που υπάρχουν εντός της ευρωζώνης. Το εάν η Ελλάδα θα μείνει στην ευρωζώνη ή θα φύγει, είναι μία μόνο από τις σημαντικές αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν από την Αθήνα, αν και με την υποστήριξη της Φρανκφούρτης, των Βρυξελλών και της Ουάσιγκτον.
Τα τελευταία έξι χρόνια έχουν δημιουργήσει μια βαθιά καμπύλη εκμάθησης για την τρόικα.
Αυτό που κάποιοι θεώρησαν ως μια κρίση ρευστότητας στις πρώτες ημέρες της κρίσης, αποδείχθηκε ότι ήταν μια κρίση φερεγγυότητας, με το ελληνικό χρέος να είναι μη βιώσιμο υπό οποιαδήποτε λογική πρόβλεψη ανάπτυξης.
Αυτό που φαινόταν σα μια υπόθεση αποκατάστασης της ανταγωνιστικότητας, μετατράπηκε σε ανάγκη για βαθιές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Το απόλυτο εμπόδιο ήταν η έλλειψη κυριότητας –στην ίδια την Ελλάδα-οποιασδήποτε μορφής σοβαρών μεταρρυθμίσεων. Ενώ τα προγράμματα προσαρμογής και η τρόικα σπάνια έγιναν δεκτά με ενθουσιασμό στην περιφέρεια της Ευρώπης, υπήρξε μια άμεση και ριζική απόρριψη του μνημονίου και οποιασδήποτε μεταρρυθμιστικής προσπάθειας που συνδεόταν με την τρόικα στην Αθήνα. Η προσέγγιση "λεφτά έναντι μεταρρυθμίσεων", είχε βρει τα όριά της.
Ελλάδα εναντίον τρόικας: το κλασικό πρόβλημα ομηρίας
Μετά από την αναδιάρθρωση του κρατικού χρέους το 2012 και μιας μετατόπισης των ελληνικών κρατικών ομολόγων στους ισολογισμούς των κυβερνήσεων της υπόλοιπης ευρωζώνης, υπήρξε η προσποίηση ότι το πρόβλημα λύθηκε, η Ελλάδα ήταν σε καλό δρόμο ανάκαμψης, και οι φορολογούμενοι στις άλλες χώρες της ευρωζώνης ήταν ασφαλείς από περαιτέρω απαιτήσεις διάσωσης. Η πραγματικότητα είναι ότι η υψηλή έκθεση των χωρών της ευρωζώνης στην Ελλάδα είναι ένα κλασικό πρόβλημα ομηρίας –άρνηση περαιτέρω χρηματοδότησης και η Ελλάδα θα μπορούσε να χρεοκοπήσει στα υφιστάμενα χρέη της. Αφήστε την Ελλάδα να βγει από την ευρωζώνη, και όχι μόνο το τρέχον βάρος χρέους θα γίνει ακόμη λιγότερο βιώσιμο, αλλά η χώρα θα απαιτούσε επιπλέον έκτακτη χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μετά από αυτό το Σαββατοκύριακο και την άρνηση της τρόικας να παράσχει περαιτέρω χρηματοδότηση υπό το ισχύον πρόγραμμα, αυτή η πραγματικότητα έχει γίνει ακόμη πιο ξεκάθαρη. Η πορεία της επίλυσης κρίσεων τα τελευταία πέντε χρόνια έχει οδηγήσει σε μια μακροχρόνια εξάρτηση της ελληνικής κυβέρνησης και της κοινωνίας, από τους φορολογούμενους στην υπόλοιπη ευρωζώνη. Αναγνωρίζοντας αυτές τις ζημιές και την εξάρτηση ωστόσο, είναι πολιτικά πολύ δύσκολο για την ευρωζώνη.
Από τους δημοσιονομικούς σε πολιτικούς περιορισμούς
Οι βραχείες λήξεις με συχνό roll-over των δανείων και των ρήτρων δανείων (απαιτήσεις για τον οφειλέτη είτε να αναλάβει είτε να απόσχει από ορισμένες ενέργειες και δραστηριότητες) είναι μία λύση ώστε η εταιρική χρηματοδότηση να ξεπεράσει τα προβλήματα εμπιστοσύνης μεταξύ δανειοληπτών και δανειστών. Ομοίως, η τρόικα έχει προσπαθήσει να κρατήσει την Ελλάδα με κοντό λουρί, εκταμιεύοντας χρήματα μόνο σε πολύ συγκεκριμένες ενέργειες πολιτικής, αυξάνοντας περαιτέρω τις πολιτικές εντάσεις. Από την άποψη των πιστωτών, αυτή η προσέγγιση είναι απολύτως λογική, προκειμένου να αποφευχθεί να ξοδεύονται άσκοπα τόσα λεφτά και να ενισχυθεί η πολιτική ευθύνη έναντι των ψηφοφόρων και των φορολογούμενων. Από την πλευρά της Ελλάδας, αυτό περιλαμβάνει ακόμη περισσότερο μίκρο-διαχείριση και απώλεια της εθνικής κυριαρχίας. Και στις δύο πλευρές, οι πολιτικοί περιορισμοί έγιναν πιο αυστηροί και πιο σφιχτοί, καθώς το τενεκεδάκι κυλούσε στο δρόμο, το πολιτικό τοπίο κατά μήκος του δρόμου έγινε όλο και πιο άσχημο, με τα κόμματα διαμαρτυρίας και τα ριζοσπαστικά κόμματα να κερδίζουν έδαφος σε όλη την ευρωζώνη.
Πίσω σε ένα καλύτερο μέλλον
Το παιχνίδι δεν έχει τελειώσει, μέχρι να τελειώσει πραγματικά. Φαίνεται να υπάρχουν λίγες λύσεις για να κοπεί ο Γόρδιος Δεσμός. Ένας δρόμος προς τα εμπρός, που να συνάδει με τον στόχο της μείωσης των εντάσεων και των πολιτικών περιορισμών, είναι να σταματήσουν περαιτέρω δάνεια για την Ελλάδα στο προσεχές μέλλον. Την ίδια στιγμή, περαιτέρω αποπληρωμές των υφιστάμενων δανείων θα έπρεπε να καθυστερήσουν για αρκετά χρόνια. Αυτό θα υποχρέωνε την ελληνική κυβέρνηση να εργαστεί σε ένα σκληρό προϋπολογισμό και με ένα αποτελεσματικά ισορροπημένο πρωτογενή προϋπολογισμό. Ενώ αυτό φαίνεται άδικο για τις άλλες χώρες με χρέη, μεταξύ των οποίων η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Ισπανία που αναγκάζονται να έχουν πρωτογενή πλεονάσματα, λαμβάνει υπόψη την πλήρη έλλειψη πρόσβασης από την ελληνική κυβέρνηση, στην αγορά ομολόγων. Από την άλλη πλευρά, θα απελευθέρωνε τις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης από την πολιτική πίεση να δικαιολογήσουν περαιτέρω δανεισμό σε μια ελληνική κυβέρνηση που μοιάζει απρόθυμη να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις έναντι των εκλογικών σωμάτων τους, που γίνονται όλο και περισσότερο απογοητευμένοι και πολωμένοι.
Τι να κάνει κανείς με το μη βιώσιμο, υψηλό επίπεδο του ελληνικού χρέους; Ακόμη και με το ισχύον χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής του αναδιαρθρωμένου χρέους, το φορτίο χρέους ήταν εξαιρετικά χαμηλό για την Ελλάδα. Παρόλα αυτά, το ερώτημα του χρέους παραμένει. Εδώ, μια λύση παρόμοια με την πρωτοβουλία HIPC θα μπορούσε να γίνει στην πράξη. Αυτό το πρόγραμμα, που εκδόθηκε στη δεκαετία του 1990 από το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα, είχε στόχο να μειώσει τα μη βιώσιμα επίπεδα χρέους σε πολλές χώρες με χαμηλό εισόδημα, που συνδέεται με συγκεκριμένα κριτήρια επιδόσεων στην κοινωνική και οικονομική πολιτική. Ομοίως, μπορεί κανείς να οραματιστεί την μείωση στο ελληνικό χρέος με τον καιρό, που συνδέεται με δείκτες ευρείας απόδοσης που αντανακλούν θεσμική ποιότητα, μακροοικονομική διαχείριση και άνοιγμα των αγορών. Αντί να εστιάζουν σε επιμέρους νόμους και κανονιστικές διατάξεις, που θεωρούνται ως πολιτική παρέμβαση και μικρο-διαχείριση στην Ελλάδα, οι δείκτες ευρύτερων επιδόσεων θα πρέπει να αναθεωρούνται κάθε λίγα χρόνια και ως εκ τούτου να συνδέονται με περαιτέρω ελάφρυνση χρέους. Προχωρώντας προς τα εμπρός, αυτό θα μπορούσε επίσης να σημαίνει έναν πιο εξέχοντα ρόλο για άλλους οργανισμούς πέραν του ΔΝΤ, συμπεριλαμβανομένης της Παγκόσμιας Τράπεζας και της EBRD, και οι δύο θεσμοί με μεγάλη εμπειρία στην ανάπτυξη του ιδιωτικού κλάδου και στην οικοδόμηση θεσμών.
Μέσα ή έξω; Και τι θα γίνει με τις τράπεζες;
Η Ελλάδα δεν μπορεί να υποχρεωθεί να εγκαταλείψει το ευρώ. Εάν η κυβέρνηση αποφασίσει να τυπώσει δικό της νόμισμα (όπως με τη μορφή IOUs) σε μια από μόνη της ριψοκίνδυνη μανούβρα καθώς έρχεται σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές συνθήκες- αυτό θα ήταν ένα πρώτο βήμα προς την έξοδο από την ευρωζώνη. Πιο βραχυπρόθεσμα, μια κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος που αποκόβει την στήριξη ρευστότητας από την ΕΚΤ, θα μπορούσε να προκαλέσει μια κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας και εν τέλει να υποχρέωνε σε ένα Grexit. Χωρίς ένα τραπεζικό σύστημα να στηρίζει την πραγματική οικονομία μέσω του συστήματος πληρωμών και της δημιουργίας κεφαλαίων και υποχρεωμένο να πάει πίσω σε μια οικονομία μετρητών, εναλλακτικές μορφές αποπληρωμής θα μπορούσε να προκύψουν άμεσα, καθώς και η πίεση να καθιερώσει ένα νέο εγχώριο νόμισμα. Η περίοδος προσαρμογής θα ήταν πιο επώδυνη και θα απαιτούσε ασφαλώς στήριξη από το εξωτερικό.
Υπάρχει τρόπος να το αποφύγουμε αυτό; Λαμβάνοντας υπόψη το υψηλό ποσοστό ελληνικού χρέους που έχει στην κατοχή του το ελληνικό δημόσιο, μια κρατική χρεοκοπία μαζί με την επικείμενη νέα ύφεση, θα καθιστούσε τις ελληνικές τράπεζες αφερέγγυες σε μακρόπνοη βάση, κάτι που θα έπρεπε να προκαλέσει τη λήψη μέτρων από τους SSM και SRM, τους δύο πυλώνες της νεοσυσταθείσας τραπεζικής ένωσης. Η αναδιάρθρωση των τραπεζών και η απομόνωσή τους από την κυβέρνηση θα ήταν ο μόνος τρόπος να διατηρηθεί ένα χρηματοοικονομικό σύστημα βασισμένο στο ευρώ. Η αναδιάρθρωση θα πρέπει να εμπλέκει τον ESM, αλλά –εάν γινόταν σωστά- θα μπορούσε να μετατραπεί στο πρώτο success story για τη νέα τραπεζική ένωση. η Ελλάδα θα μπορούσε ακόμη να έχει ένα τραπεζικό σύστημα σε ένα κλάσμα του μεγέθους που είχε πριν από την κρίση και με περιορισμένη στήριξη για την ελλήνική οικονομία, αλλά θα μπορούσε να λειτουργήσει ως σημείο αναφοράς για να διατηρηθεί η Ελλάδα στην ευρωζώνη και θα μπορούσε να είναι στον πυρήνα μιας οικονομικής ανάκαμψης εντός της ευρωζώνης. Και αυτή η δράση θα πετύχει τελικά αυτόν που είναι ο στόχος της τραπεζικής ένωσης. Την μείωση των δεσμών μεταξύ της κυβέρνησης και της τράπεζας,, στον πυρήνα της κρίσης της ευρωζώνης.
Εν τέλει, οι αποφάσεις θα λαμβάνονται στην Αθήνα, όχι στις Βρυξέλλες, την Ουάσιγκτον, ή την Φρανκφούρτη
Έχει γίνει σαφές ότι το πολιτικό σύστημα που εστιάζεται στην πελατεία, βρίσκεται στον πυρήνα της κοινωνικό-οικονομική κρίση στην Ελλάδα. Μόνο μια αλλαγή σε αυτό το σύστημα και ουσιαστικές θεσμικές αλλαγές μπορούν να επιστρέψουν την Ελλάδα σε ένα μακροχρόνιο βιώσιμο μονοπάτι ανάπτυξης. Οι αναλύσεις για τα αναγκαία βήματα προς τέτοιες διαρθρωτικές αλλαγές είναι πολλές, και η διεθνής βούληση για βοήθεια επίκειται ακόμη. Ωστόσο, η ώθηση για την εφαρμογή τους, δεν έχει έρθει ακόμη από το εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας. Η νέα προσέγγιση θα πρέπει να είναι η παροχή χώρου για αυτή την εσωτερική συζήτηση, όχι για νέα χρήματα που να συνδέονται με προϋποθέσεις.
*Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο VoxEU.org, ένα policy portal που ιδρύθηκε από το Center for Economic Policy Research (CEPR)
Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: http://www.voxeu.org/article/greece-day-after-time-fresh-star
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου